Χαράζει… σιγά, σιγά…
Ο ήλιος χασκογελά απου τσι κορφές και ξεχύνεται στσι κάμπους.
Το χωργιό κοιμάται ακόμη…
Μόνο οι πετεινοί γροικούνται και κιανά κουλούκι, να γαβγίζει.
Εμαλάκωσε νε μνιά σταλιά η Γη με τσι τελευταίες βροχές και θα ιδείς εδά να φουσκώσει το χώμα και θα ξεπεταχτούνε οι πρικόβρουβες να πρασινίσει ο τόπος.
Εξεπλυθήκανε τα δεντρά με τη βροχή και τα βουνά αστραφταλίζουνε γύρου, γύρου, στο φως του ήλιου.
Εντακάρανε να καπνίζουνε οι καμινάδες γιατί κρυγιολογά και ξαναμυρίζει η παρέα στο πυρόμαχο .
Ωραία μέρα θα ξετελέψει σήμερο.
Τα σφαλιχτά πορτοπαράθυρα ανοίγουνε, σιγά, σιγά.
Ένας, ένας, ανεμαζώνει τα όνειρά ντου και ξυπνά.
Τα κοπελάκια αγουροξυπνημένα, βαστούνε τσι ντάσκες τως και σαλεύγουνε για τα σχολαρχεία.
Οι νοικοκεράδες θα λιάσουνε τσι πατανίες τονε σήμερο, μνιάς και η μέρα θα νάναι καλή.
Ο κάθαής στο πόστο ντου, θα ετοιμαστεί για τσι δουλειές του.
Εδά είναι η εποχη τω ν’ ελιώ.
Σιγά, σιγά, βάνουνε ομπρός απου τα λιγατάργια, για να μην έχουνε ξάργητες στη φούργια, μεθαύριο.
Θα φορτώσει τσι βέργες, τα μπαγκάλια, θα στρώσει, θα ξεστρώσει, σάμε να γεμίσει τσι φάρδους, για τη φάμπρικα.
Η Γη καλλιεργείται, γεννά και μας ανεθρέφει.
Ως πότε θα το κάνει ετσά που λαλιούμαστονε, δε γατέχω…
Αισιόδοξη καλημέρα κόσμε και ντουνιά…
Αντώνης κουκλινός