Σημισακό τ’ αμπέλι σου, μη δίδεις και τσ’ ελιές σου
κι ούτε να θαρρευτείς ποθές, πως κάνεις τσι δουλειές σου.
Που βάλει σημισάτορες, με τουτη νέ τη κρίση
κρασί δε θα χει για να πχεί και λάδι για να ψήσει.
Μη πεις αθρώπου μυστικό και μή ξεφανερώσεις
που κείτεσαι και πχια ‘γαπάς, γιατί θα το πληρώσεις.
Και πριν ανοίξεις σπιτικό, φίλους να ξεδιαλέξεις
και πχιοί θα μπαινοβγαίνουνε, με ‘’κέρατα’’ μη μπλέξεις.
Χουμά κουτάλια τη ζωή, θα τη νε ιδείς μπροστά σου
αδέ προσέξεις τσι φιλιές, που βάνεις στη καρδιά σου.
Δε ν’ είναι παίξε γέλασε, να στένεις το τσικάλι
ν’ ανοίγει η πόρτα στα χωστά, νά ‘χουνε φάει κι άλλοι.
Ότι κια πάθει ο άθρωπος, μπορεί να το παλέψει,
κακή αρρώστια και καζά, ο Θιός να μη ντου πέψει…
κουκλινός