Γράφει ο Κωστής Μουδάτσος…
Ο Λεωνίδας Κλάδος γεννήθηκε στα Πλατάνια Αμαρίου του Νομού Ρεθύμνης. Από νεανικά του χρόνια ήρθε στη Μεσσαρά κι έμεινε στις Μοίρες.
Επειδή ήταν κοινωνικός κι αγαπητός ο κόσμος τον εκτίμησε και τον εξέλεξε δημοτικό σύμβουλο ενώ του έδωσε την ευκαιρία να τον υπηρετήσει από την θέση του αντιδημάρχου.
Βέβαια ,στην Κρήτη , είναι πολύ αγαπητός για την προσφορά του στα μουσικά δρώμενα του τόπου.
Ανήκει στην ομάδα των πρωτοπόρων καλλιτεχνών της Κρήτης και για πολλούς εραστές της τέχνης είναι ο πιο γλυκόλαλος λυράρης.
Η ευγένεια και η ευστροφία του, χαρακτηρίζουν και την μουσική του.
Η αυστηρή τήρηση του ρυθμού συνδυάζεται με απρόσμενους αυτοσχεδιασμούς, σαν ρίχνει το πανέξυπνο και χαμογελαστό βλέμμα σε χορευτές ή σε χορεύτριες ή στους καλούς ακροατές. Είναι λάτρης του όμορφου, του ωραίου και του αγαθού κι αυτό βγάζει και στην μουσική του.
Στο πάλκο, γλυκός, ευγενικός, μ’ ένα χαμόγελο που ανοίγει κλειστές καρδιές και με σοβαρότητα κι αξιοπρέπεια, κρατάει τη λύρα και το δοξάρι, λες κι είναι «άγια ξύλα», έτσι που σε αναγκάζει να τον σεβαστείς από την πρώτη στιγμή.
Σήμερα μιλάμε για τους μουσικούς δρόμους του Κλάδου , τη δική του σχολή.
Σαν δημιουργός έχει χαρακτηρίσει το νησί της Κρήτης. Σαν δεξιοτέχνης έχει βάλει ανεξίτηλη σφραγίδα στη μουσική μας τέχνη.
Για πολλά χρόνια συνεργάστηκε με τον Καστελολευτέρη από τις Μοίρες, που έπαιζε μπουζούκι και κιθάρα. Μαζί έστησαν αργαλειούς που ύφαιναν ποικίλα μουσικά ξόμπλια.
Είχε στην παρέα του κι άλλους σπουδαίους καλλιτέχνες όπως είναι οι Μανιάς, Κακλής, Κρασαδάκης, Καδιανός, Σκουλάς Δημ. αλλά και νεώτερους όπως είναι ο Μιχάλης Τζουγανάκης, Σταματογιαννάκης Στέλιος κ.α.
Πήρε μαντινιάδες από την λαϊκή σοφία αλλά και από επώνυμους μαντινιαδολόγους όπως ο «αυτοεξόριστος ποιητής», ο Σταυρουλονικόλας, που ζούσε μοναχικός στα Πλατειά Περάματα του Λιβυκού Πέλάγους .
Ο Λεωνίδας Κλάδος ψυχαγωγεί τον λαό μας από τα μέσα της δεκαετίας του ’50 με σκοπούς και τραγούδια που συνέθεσε αξιοποιώντας δημιουργικά τις κληρονομιές από τα σεντούκια των λαϊκών θησαυρών και τις δικές του ιδέες, που στηρίζονται σε πλατιές και με ιδιαίτερο βάθος γνώσεις και πειραματισμούς.
Στην δισκογραφία ξεκίνησε εμπιστευόμενος την ερμηνεία του «Δυστυχή» σ’ ένα δεκαεννιάχρονο, πρωτοετή φοιτητή από τις Μέλαμπες, τον Γιάννη Χαχαριδάκη.
Όπως πάντα απρόσμενος που ανά πάσα ώρα και στιγμή μας επιφυλλάσει δημιουργικές εκπλήξεις .
Ο αυτοσχεδιασμός στο πάλκο είναι κάτι που τον κάνει αξεπέραστο. Η ποικιλία των εναλλαγών και η σιγουριά του είναι κάτι το μοναδικό.
Στην ζωή του δεν επεδίωξε να ζήσει παίζοντας λύρα αλλά ασχολήθηκε με επιχειρηματικές δραστηριότητες έχοντας σαν μεγάλο έρωτα και καταφύγιο την τέχνη και τα άγια ξύλα.
Άλλωστε κάποια χρόνια που ένοιωσε, λόγω εξωγενών παραγόντων, να μην βγαίνει αυτό που επεδίωκε στη τέχνη του, δεν δίστασε να σταματήσει τις εμφανίσεις του. Γύρω στο 1961.
Ευτυχώς που οι φίλοι της τέχνης του τον μετέπεισαν και μετά από δέκα χρόνια απουσίας ξαναβγήκε στο πάλκο. Σημαντικό ρόλο σε τούτη την προσπάθεια έπαιξε ο Θανάσης Σκορδαλός.
Το έργο του , οι δισκογραφικές και ζωντανές ηχογραφήσεις, καθώς και οι απαράμιλλες τεχνικές του είναι μπούσουλας, πηγή μελέτης κι έμπνευσης, μα και αισθητικής απόλαυσης.
Έχει ιδιαίτερη αξία το έργο του Λεωνίδα Κλάδου στη κρητική μουσική και στη θέση που διεκδικεί στη Βαβέλ των παγκόσμιων πολιτισμών της εποχής μας.
Η βαρβαρότητα της υπερκατανάλωσης έχει εξοστρακίσει την πνευματικότητα, προκαλώντας βαριές αρρώστιες στην λαϊκή ψυχή.
Γι αυτό καλλιτέχνες της αξίας του Λεωνίδα Κλάδου, πρέπει να τους προσέχομε καλύτερα και από τα μάτια μας. Έφυγε για τους τόπους του Μύθου στις 12 Νοεμβρίου του 2010. Μέχρι και τις τελευταίες μέρες της ζωής του δεν σταμάτησε τις καλλιτεχνικές εμφανίσεις.
πηγή : mesogios.gr