Πως να γιορτάσω και το Χριστουγεννιάτικο πεσκέσι της Χαριστής Κουκουμπεδάκη

Πως να γιορτάσω, πέτε μου ,σκολάδες Χριστουγέννω
που ότι στον κόσμο ελάτρεψα,έχω στη γης θαμένο
Χριστούγεννα, μα η καρδιά ,δίχως σου δε γιορτάζει
κι ο πόνος χέρια έκαμε ,και με σφιχταγκαλιάζει
Χριστουγεννιάτικες ευκές, ποιός θα μου δώσει οφέτος
που φυγες και με τον καημό ,θα μπει το νέο έτος
Ποιός θα μου πει χρόνια πολλά,να με σφιχταγκαλιάσει
Χρονιάρες μέρες, που φυγες,κι έχω τα πάντα χάσει..
Πέτε μου πως ο δυστυχής, Χριστούγεννα θα κάνει
δίχως χαρά, που ως κι α χωστεί ,στο κλάημα τονε βγάνει

Κουκουμπεδάκη Χαριστή…24/12/2017..

ΤΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΠΕΣΚΕΣΙ ΤΩΝ ΟΡΦΑΝΩ

Φτωχιά και κακορίζικη ήτονε η γ-Ελενιά του Καμαροφρύδη του γέρο- Κωσταντή, χήρα με εφτά καβροχάχαλα κοπέλια.
Δυο χρόνους γυριστούς ήτον αποθαμένος ο κακομοίρης ο άντρας τση ο Διαμάντης και τση ‘φηκε βαρύ φορτίο στσ’ ώμους τση….Γυναίκα πράμα, ν’ ανεθρέψει ολόκληρη φαμελιά.
Το πλια μεγάλο τζη κοπέλι οντεν εμίσεψεν ο μακαρίτης ήτονε εννιά χρονώ και το πλια μικιό, στα γεννοφάσκια ντου ακόμη..Άθρωπο γεννημένο δεν είχενε η γ-Ελενιά να τση συντράμει στην ανεθροφή τση πολυφαμελιάς τση, όξω το Θιο το Μεγαλοδύναμο.Έτρεχε στο χωράφι από του Θιου την ταχινή σαμε να μοχροιάσει κι ελιομάζωνε.Έπαιρνε ούλα τζη τα κοπέλια για να τση κάνουνε συντροφιά και να παίρνει κουράγιο απ’ όνομής τως και άφηνε στο σπίτι το πλια μεγάλο το Παρασκιό, εδά απού ‘χανε πάψη απ’ το σκολειό, να διαρμίζεται και να νοικοκερεύγει το κονάκι ντως, μέρες απού σιμώνανε τω Χριστουγέννω..Η Ελενιά και την έγνοια είχε των κοπελιώ και θάρρος έπαιρνε απ’ αυτά να μαζώξει από χάμαι τσι λιγοστές ελιές τση να βγάλει μια σταλιά λάδι να περάσουνε τη δύσκολη χρονιά ντως και να ‘χει ν’ άφτει το λαδοκάντηλο του σχωρεμένου τ’ αντρούς τση.
Εσιμώνανε τα γέννα του Χριστού και δεν είχε η γ- έρμη μούδε να χοιροσφάξει, μούδε αλεύρι να ζυμώσει των κοπελιώ τζη δυο Χριστόψωμα, μούδε να τως σε πάρει ένα ζευγάρι παπούτσα να μην είναι χρονιάρες μέρες αξυπόλυτα μ’ ετσά χειμώνα και τση ‘ρρωστήσουνε..Κι ήτονε η κακορίμαλη να πιεί καταμόναχο φαρμάκι για τα πάθη απού σερνε.
Ήτονε μόνιαμόναχη σ’ ετσά βαρύ σταυρό που εσήκωνε και σ’ετέθια κακοδιάβατη ανηφοριά που επερνούσε, μα σκιας είχε τα θάρρητά τζη στο Θιο πως θελα την κυβερνήσει κι εκείνη και τα εφτά τζη ορφανά..Μερού νυχτού έκανε το σταυρό τζη, να τση πέψει φαητό να χορτάσουνε τα κοπέλια τζη να μην είναι θεολονύστικα…Παραμονές τω Χριστουγέννω την έπιασε το παράπονο γιατί εγροίκα στσι γειτονιές που εχοιροσφάζανε, εκαπνίζανε τα απάκια και τα λουκάνικα, εψήνανε τσιγαρίδες, εκάνανε τσιλαδιές, εζυμώνανε Χριστόψωμα, μελομακάρονα και αχνάτους κουραμπιέδες κι εμοσκοβόλα η γης κι ο ντουνιάς κι εκείνη δεν είχε σώσον ελέηση να φάνε τα κοπέλια τζη..Βρούβες κι ασταχάκια έβριχνε απ’τα ξωχώραφα και τως έψηνε κι ήτονε τα κακορίζικα λιανοκάμωτα ωσάν το καλάμι.
Η Ελενιά σαν εγροίκα τσι Χριστουγεννιάτικες μοσκομυρωδιές ανεμάζωξεν ολογυρίς τα κοπέλια τζη και τως είπε:《Κοπέλια μου για ούλους τσι Χρισθιανούς έχει ο Θιος》κι όπως το λεγεν ήτονε κιόλας.
Η μια γειτόνισσα η καλόχαρη Τρυγώνα έβαλε σ’ ένα καλάθι δυο τρεις οκάδες κριάς κι ένα κουρούπι σύγλινα απού το χοίρο που ενέτασσε, η Τριανταφύλλαινα μιαν αρχοντοκερά από το περαχώρι έβαλε σ’ ενα μικιό καλαμοκόφινο δυο Χριστόψωμα, κουραμπιέδες, λουκάνικα και απάκια κι η πάμπλουτη του χωριού η θεια η Βγενιά από τη σοχώρα έκαμε κι αυτή το μιστό τζη και τως επουσούνισε ρούχα και παπούτσα να καλυκωθούνε και να μην είναι χιλιομπαλωμένα κι αξυπόλητα Χριστουγεννιάτικα.. Ετσά το φτωχικό κονάκι τση χήρας τσ’ Ελενιάς εγέμισε τ’ αγαθά του Θεού..Σαν είδε ετούτα τα καλούδια εστάθηκεν ανατολικά, εσταυροκοπήθηκε κι εδόξαζε τον Υψιστο Θεό μα, εκαληνώρα και τσι πλούσες και πονετικές αφέντρες του χωριού, να τως πληθιαίνει ο Θιος το κάθα πράμα στ’ αρχοντικό ντως.
Κι ετσά, μέρες τω Χριστουγέννω εχορτάσανε κι αυτοί ένα κομμάτι κριάς κι ένα ψιχάλι Χριστόψωμο, εγκινιάσανε την καινούργια ντως φορεσά και καλύκωση κι εγέλασε το πικροσφακωμένο ντως αχείλι.
Τότες η Ελενιά είπε των κοπελιώ τζη την παροιμιά που λένε πως…《ο Θιος μπορεί να πέμπει ορφανά μα κακορίζικα δεν κάνει》.
Μα…ετσά είναι κιόλας ο Θιος που τως έδωσε την ορφανιά θα τα κυβερνήσει και ν’ ανεθραφούνε γιατί…είναι καλός γονέος και δεν ποξεχνά χρονιάρες μέρες τα σπλάχα ντου…
ΚΟΥΚΟΥΜΠΕΔΑΚΗ ΧΑΡΙΣΤΗ…28/12/2017..

Ελέγξτε επίσης

Μιχάλης Τζαγκαράκης – ΕΤΟΥΤΕΣΕΣ ΤΣΙ ΕΚΛΟΓΕΣ (Σατυρικές Μαντινάδες)

Η σάτιρα, ως λογοτεχνική μορφή, έχει την δύναμη να αναδείξει τα κωμικά και παράλογα στοιχεία …