ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΙ ΟΙ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΣΑΒΒΑΤΟ 14/5 ΚΑΙ ΚΥΡΙΑΚΗ 15/5
Το προηγούμενο Σάββατο 7 Μαίου πραγματοποιήθηκε η πρεμιέρα του έργου ΄΄ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΗΣ ΟΜΟΡΦΙΑΣ΄΄ από την Θεατρική Σκηνή Ηρακλείου.
Ένα κατάμεστο θέατρο χειροκρότησε παρατεταμένα τους συντελεστές της παράστασης.
Ανάμεσα στο κοινό και η θεατρολόγος Κα Μαρή Μαρία , η οποία ταξίδεψε αποκλειστικά από την Αθήνα για να παρευρεθεί στην πρεμιέρα.
Μια καθηλωτική παράσταση από την αρχή μέχρι το τέλος έκοψε πραγματικά την ανάσα του κοινού. Οι εντάσεις, οι κορυφώσεις και οι ανατροπές συνέβαλαν σε μια υπέροχη ατμόσφαιρα.
Η Βασίλισσα της Ομορφιάς (Beauty Queen of Leenane ένα από τα σημαντικότερα έργα της παγκόσμιας σύγχρονης δραματουργίας) του Ιρλανδού συγγραφέα Martin McDonagh – του μοναδικού συγγραφέα μετά τον Σαίξπηρ που είδε να ανεβαίνουν στο Λονδίνο μέσα στην ίδια χρονιά τέσσερα έργα του. Το έργο που έκανε γνωστό παγκοσμίως τον συγγραφέα του σε ηλικία μόλις 26 ετών είναι ένα σύγχρονο κλασικό έργο, ακολουθώντας τη σπουδαία παράδοση της ιρλανδικής δραματουργίας. Μια τραγωδία για την ανθρώπινη μοναξιά, με μαύρο, διαβρωτικό χιούμορ, με έντονο σασπένς και μεγάλες ανατροπές.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
ΣΚΗΝΙΚΑ ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ ΕΙΡΗΝΗ ΜΙΛΑΘΙΑΝΑΚΗ
ΗΧΗΤΙΚΑ – ΦΩΤΙΣΜΟΙ ΑΝΝΑ ΣΠΥΡΙΔΟΥ
ΜΟΥΣΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΜΑΝΟΣ ΜΑΝΙΑΣ
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΑΠΛΑΔΑ ΕΥΓΕΝΙΑ
ΑΦΙΣΑ-ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΡΑΜΠΙΝΗΣ
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ ΜΑΝΟΣ ΜΑΝΙΑΣ
ΤΟΥΣ ΡΟΛΟΥΣ ΕΡΜΗΝΕΥΟΥΝ
ΜΑΓΚ ΦΟΛΑΝ ΕΛΠΙΔΑ ΚΟΝΤΟΣΙΩΖΙΟΥ
ΜΩΡΗΝ ΦΟΛΑΝ ΜΑΡΙΑ ΕΠΙΤΡΟΠΑΚΗ
ΠΑΤΟ ΝΤΟΥΛΕΥ ΜΑΝΟΣ ΖΕΙΜΠΕΚΗΣ
ΡΕΗ ΝΤΟΥΛΕΥ ΑΝΤΡΕΑΣ ΝΟΝΟΓΛΟΥ
ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ 100 ΛΕΠΤΑ ΧΩΡΙΣ ΔΙΑΛΕΙΜΑ
Οι παραστάσεις θα συνεχιστούν το Σάββατο 14 και Κυριακή 15 Μαίου στις 9.30 το βράδυ στο θεατράκι μας Εθνικής Αντιστάσεως 142.
Τιμή εισιτηρίου 10 ευρώ και 8 ευρώ ( ειδικές κατηγορίες)
ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΣΚΗΝΗ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ
ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΩΣ 142
ΤΗΛ. 2813 013 218 – 6932 858624
Facebook – ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΣΚΗΝΗ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ
www.theatrikiskini.gr
Email: maniasmanos@gmail.com
Κριτική για την παράσταση “Η βασίλισσα της ομορφιάς”
13 Μαΐου 2022
Από τη θεατρολόγο Μαρία Μαρή
Μια ριψοκίνδυνη επιλογή επιχείρησε η θεατρική σκηνή Ηρακλείου με το ανέβασμα ενός από τα σημαντικότερα έργα της παγκόσμιας σύγχρονης δραματουργίας το έργο του Ιρλανδού συγγραφέα Μάρτιν ΜακΝτόνα «Η Βασίλισσα της Ομορφιάς» (Beauty Queen of Leenan).
Σε μια μικρή επαρχιακή πόλη της Ιρλανδίας στις αρχές της δεκαετίας του ’90, η μάνα η ηλικιωμένη αυταρχική Μαγκ Φόλαν (Ελπίδα Κοντοσιώζου) και η 40χρονη κόρη της Μωρήν Φόλαν (Μαρία Επιτροπάκη) ζουν απομονωμένες στην κορυφή ενός λόφου . Η κόρη είναι ταγμένη να φροντίζει τη μάνα της, έχοντας απαρνηθεί κάθε ίχνος προσωπικής ζωής. Μοιραία αυτή η σχέση εγκλωβισμού, γίνεται σχέση αγάπης και μίσους, που μετατρέπει την συμβίωσή τους σε αρένα.
Η εμφάνιση του Πάτο Ντούλυ (Μάνος Ριζεημπέκης), νεανικός έρωτας της Μωρήν , που πάντα τη θεωρούσε την βασίλισσα της ομορφιάς σε αυτή την πόλη, θα ταράξει αυτή την σχέση που κοχλάζει και μαίνεται. Ο Πάτο είναι ουσιαστικά η τελευταία ευκαιρία της Μωρήν να αγαπήσει και να αγαπηθεί. Οι εντάσεις που ακολουθούν, οι προσβολές , οι χυδαιότητες, η τιμωρία , η βία που ανταλλάσσουν μεταξύ τους σχεδόν ηδονικά οι δυο γυναίκες, θυμίζει τις « Δούλες» του Ζενέ. Άνθρωποι εγκλωβισμένοι σε ένα κολαστήριο από το οποίο κανείς δεν μπορεί να φύγει, λόγω παθολογικής εξάρτησης , φόβου και ανασφάλειας που οδηγεί στην παραφροσύνη.
Ο ρόλος του Ρέι του αδελφού του Πάτο ( Ανδρέας Νόνογλου), λειτουργεί καταλυτικά για να δοθεί μια έκβαση στο έργο. Εμφανίζεται κάθε τόσο με την αυθάδειά του και σχολιάζει τα τεκταινόμενα, και τους ανθρώπους. Ο ρόλος του είναι σαν ένα leitmotiv στο έργο, υπενθυμίζει, περιγράφει, αναλύει, επικρίνει, είναι στο φάσμα της παραβατικότητας, ευέξαπτος και με πολλά τραύματα. Εξαιρετικός σε αυτό ο Ανδρέας Νόνογλου, με το παρουσιαστικό του , τη χροιά της φωνής του και βέβαια με την κίνησή του.
Το έργο ακολουθεί την τεχνική του in-yer-face theatre, που αποτελεί την τεχνική του σοκ, που μέσα από ακρότητες, οι συγγραφείς στοχεύουν να κινητοποιήσουν το κοινό. Η γλώσσα που χρησιμοποιείται έχει καταιγιστικό και επιθετικό ρυθμό και έναν διάλογο δυνατό, που συχνά εμπεριέχει βωμολοχίες. Ακόμα και τα «θύματα» στα έργα του in-yer-face θεάτρου, δεν είναι αθώα, παρά συνένοχα. Δεν είναι ότι η μάνα είναι πιο αθώα από την κόρη ή το ανάποδο. Είναι και οι δυο ένοχες για αυτό που τους συμβαίνει , για αυτό που κάνει η μία στην άλλη και για όσα ανέχεται η καθεμιά. Οι συγγραφείς του είδους αυτού είναι επηρεασμένοι από το Θέατρο του Παραλόγου και το Θέατρο της Σκληρότητας του Αρτό και δεν θεωρούν το θέατρο πηγή ευχαρίστησης και διασκέδασης. Πρωταρχικός τους στόχος είναι να εμπλέξουν τον θεατή σε όσα συμβαίνουν επί σκηνής και να του εμφυσήσουν μία αίσθηση δέους και φρίκης, τρόμου και φόβου, ώστε ο θεατής στην συνέχεια να σκεφτεί και να λάβει θέση απέναντι στην σκληρότητα και την έλλειψη ανθρωπιάς στον κόσμο.
Σε ένα καταπληκτικό σκηνικό (Ειρήνη Μιλαθιανάκη), όπου η κάθε λεπτομέρεια έχει προβλεφθεί, χτίζεται η φυλακή των δυο αυτών γυναικών. Η μια φαντασιώνεται έναν έρωτα και η άλλη, τον χυλό της, την κρέμα της και το τσάι της.
Η Μαγκ (Ελπίδα Κοντοσιώζου) στριμμένη, εκδικητική, ανασφαλής, διεκδικητική, με οποιονδήποτε τρόπο, γίνεται τόσο αντιπαθής όσο η Μωρίν, η όμορφη γεροντοκόρη, κόρη της (Μαρία Επιτροπάκη), που μαραίνεται σιγά σιγά και γίνεται αυτό ακριβώς, που μισεί, είναι ασυνείδητα πρόθυμη να αναπαράγει την εικόνα της δεσμοφύλακά της. Είναι και οι δυο, όψεις του ίδιου νομίσματος. Υπέροχη η Ελπίδα Κοντοσιώζου σε ένα ακόμα ρεσιτάλ ερμηνείας, ενώ ακολουθεί πολλά υποσχόμενη η Μαρία Επιτροπάκη.
Η κίνησή τους, ο εκνευρισμός, τους, το έντονο και βαρύ, εφιαλτικό κλίμα που δημιουργείται κλονίζει τον θεατή, ο οποίος συμμετέχει σε ένα θρίλερ.
Σε αυτό το πλαίσιο μπαίνει ο Πάτο Ντούλυ (Μάνος Ριζεημπέκης), ένα καλό παιδί που δεν έχει αντιληφθεί το μέγεθος της παθογένειας στο σπίτι αυτό , παρηγορεί τη Μωρίν, ξαπλώνουν μαζί, εξυπηρετεί την Μαγκ και βέβαια είναι ο μόνος, που κατορθώνει να αποδράσει και να σωθεί. Είναι γήινος, αυθεντικός, αληθινός και ρομαντικός. Ο Μάνος Ριζεημπέκης κατορθώνει στιγμιαία να «ξεσηκώσει», το ανοργασμικό και ενοχικό αυτό κορίτσι και να την ωθήσει να εκφράσει την σπίθα που έχει θαμμένη μέσα της.
Τον φωτισμό και τον ήχο επιμελήθηκε με συνέπεια και ακρίβεια η Άννα Σπυρίδου. Οι μουσικές που έχουν επιλεγεί από τον ίδιο τον σκηνοθέτη όντως ενίσχυσαν και πλαισίωσαν σωστά το έργο.
Το χαρακτηριστικό του σκηνοθέτη Μάνου Μανιά είναι η εξονυχιστική προσέγγιση του κειμένου. Η σκηνοθεσία του μοιάζει με περίτεχνο, πλουμιστό, χειροποίητο κέντημα και καλύπτει όλους τους τομείς, την κατανόηση του κειμένου, τη διδασκαλία του ρόλου, την κίνηση των ηθοποιών, την επιλογή των σκηνικών , του φωτισμού, της μουσικής. Είναι, θα έλεγα, ένας ολιστικός σκηνοθέτης.