Μιά Μάνα με εννιά κοπέλια – Μανόλης Κρητικόπουλος
Μιά Μάνα χήρα επόμεινε…μόνη μ’ εννιά κοπέλια…
με δίχως βιός…χωρίς δεντρά..μαξούλια γη αμπέλια…
έκαμε το πικρό γλυκό…κατάπιε το καημό της..
κι εστάθηκε στα πόδια τσι…για χάρη των παιδιώ της…
κι έβαλ’ ομπρώς της..ν’άνεβει κι άυτη τον γολγοθά τση…
μ’εννιά κοπέλια ορφανά..μωρά στην αγκαλιά τση…
πάντα εξύπνα χάραμα…πριν δώσει ο θιός τη μέρα…
αυτή και μάνα και αυτή..στον ρόλο του πατέρα…
κι όπου εγροίκα για δουλειά..αγλάκα μοναχή της..
σαν δέκα άντρες δούλευγε..να βγάλει το ψωμί της…
κι άν ήταν μέρα σχολινή…που ο παππάς ευλόγα…
πότε στα χόρτα γύριζε..πόtε χοχλιδολόγα…
πόσες φορές στερήθηκε..και την μπούκια απ’ το στόμα…
και πόσες δε ξαγρύπνησε..το κουρασμένο σώμα…
κι έτσα επέρασ’ ο καιρός..και τα κοπέλια εκείνα…
εγίναν άντρες λυγεροί..και κόρες σαν τα κρίνα…
και ένα ένα βρήκανε..όλοι δικά ντως ταίρια…
παντρέυτηκαν κι εξέχασαν…της μάνας τως τα χέρια…
εκείνα που ματώνανε..και δε γρικούσαν πόνο…
και που θυσιαζότανε…για χάρη ντως και μόνο…
κι ο κάθαης τους έκαμε..σπίτι δικό ντου να ‘χει… σπίθια εννιά..εννιά παιδιά..κι η μάνα ντως μονάχη… εννι
ά και δεν εβρέθηκε ένα να την φροντίσει..
την μάνα που για χάρη ντως…το αίμα τζι ‘χε χύσει…
μιά μάνα μόνη εννιά παιδιά…εφρόντισε να ζήσουν..
κι εννιά παιδιά δε μπόρεσαν…μιά μάνα να φροντίσουν…
η μάνα ερρώστησε βαριά..και τηνε βρήκε ο χάρος..
αμοναχή δεν ήθελε..να ‘ναι ανθρώπου βάρος…
εγνώρισε εγκατάλειψη..και πλήρη αδιαφορία…
κι εδώ του ψέυτη κόσμου μας…ειναι η ειρωνία…
την άλλη μέρα έπαιξε…”πένθιμα η καμπάνα”…
”κι εννιά φωνές ακούστηκαν”..”εχάσαμε σε ΜΑΝΑ!