Οσά ντου Νώε κιβωτό, να μπόρουνε να σάξω,
να βάλω μέσα τσι καλούς, τσι σκάρτους να πετάξω.
Κλέφτες και μπαγαπόντιδες, στση πίσσας το καμίνι,
ψέφτες μα και κακόψυχοι, ένας να μη πομείνει.
Να πάρω ούλα τα πουλιά, παράδεισο να χτίσω,
τσι μερακλήδες του ντουνιά, να τσι μονοπαντίσω.
Να παίζω και να τραγουδώ, να πίνω να χορεύγω,
τση στεναχώργιας γιατρικό, νά ‘μαι να τη γιατρεύγω.
Νά μαι τσ’ αγάπης αίσθημα, να την εξουσιάζω,
αγαπημένους να θωρώ, ούλους να τσι μονιάζω.
Με μυρισμένες αγκαλιές κ’ έρωντες να γεμίσει,
να μην υπάρχει αφορμή, να μας προβληματίσει.
Ο κόσμος να ξαναπλαστεί και η ζωή ετούτη,
ίσος προς ίσο νά ‘μαστε, χωρίς λεφτά και πλούτη.
Πχιός θα μας σώσει άρραγε, μόνο, ο Θιός το κάνει,
και Νώε να με κάμουνε, μνιά κιβωτός δε φτάνει…
(κουκλινός 2022)